ένα μετά το τέλος


Κοιμάμαι χωρίς να φοβάμαι γιατί ξέρω πως θα ξυπνήσω και θα είσαι εκεί, μαγειρεύω και βάζω μέσα όλη μου την αγάπη, μια μέρα μέσα μου θα φυτρώσει ένας σπόρος, θα ξυπνήσουμε και θα ‘μαστε τρεις ή μάλλον πέντε, φτιάχνω limoncelo, φτιάχνεις μελιτζανοσαλάτα με σκόρδο, ένα μακρινό πρωί θα τινάξω τα μαλλιά μου και μέσα από τις μπούκλες θα πηδήξει η αγάπη μας, δυνατή κι ανταριασμένη και ίσως λίγο γερασμένη, σαν τα γερόντια στο παγκάκι του πάρκου που τρώνε πασατέμπο και ταΐζουν ψιχουλάκια τα πουλιά, θα μου κρατάς το χέρι στα σκαλιά και θα σου φέρνω το πιάτο στο τραπέζι, θα σε λούζω και θα μου τρίβεις τις πατούσες, θα κοιτάμε παλιές φωτογραφίες, οι δυο μας να κόβουμε την τούρτα και να μου δίνεις το δάχτυλο να γλύψω, αγάπη μου, αυτό που άλλοι λεν’ ρουτίνα, εγώ το λέω πια λιμάνι.