Χαμηλές Πτήσεις (μέρος δεύτερο)
Η ζωή μαζί του στο σπίτι ήταν απλή και ήσυχη. Χωρίς πολλά σκαμπανεβάσματα, όμως με αρκετές ευχάριστες εναλλαγές και συχνά ταξίδια. Ήδη από την αρχή της γνωριμίας τους πήγε μαζί του όχι σε μέρη τουριστικά, μα σε κάτι κακοτράχαλες περιοχές με απογειώσεις αλλά και όμορφες παραλίες. Αυτός έτρεχε όπου γινόταν κάποιο paragliding event κι εκείνη απλά τον ακολουθούσε. Στις εξορμήσεις αυτές ήταν συνήθως η μόνη γυναίκα, αλλά δεν την πείραζε. Τον στήριζε και τον θαύμαζε, εξάλλου κατά γενική ομολογία ήταν πολύ καλός πιλότος. Δεν ήθελε να σταθεί εμπόδιο στην τρέλα του.
Ήταν άσχετη με το σπορ αυτό και της ήταν όλα πολύ καινούρια. Όμως μάθαινε γρήγορα και της άρεσε να κάνει παρέα με τους πιλότους. Ήταν από άλλη "πάστα" αυτοί οι άνθρωποι. Τολμηροί, ριψοκίνδυνοι, έτοιμοι για όλα, σαν τους ήρωες που βλέπεις στις ταινίες, της κέντριζαν το ενδιαφέρον και ήθελε να τους γνωρίσει. Ανέβαινε μαζί τους στις απογειώσεις, μάθαινε "να μετρά τον καιρό" παρατηρώντας τον άνεμο και τα σύννεφα. Περίμενε με τις ώρες στις πλαγιές βλέποντάς τους να ετοιμάζονται, ν΄ απλώνουν τις πτέρυγες, να ξεμπλέκουν τις αρτάνες, να φοράνε τη στολή, τα γάντια και το κράνος, να ζώνονται τον εξοπλισμό και να περιμένουν τη ριπή. Πόσα χρώματα μαζεμένα, απλωμένα στις πλαγιές και μετά ένα ένα ν΄απογειώνονται, σαν πολύχρωμα μπαλόνια στο γαλάζιο φόντο κι ο ήλιος να σε τυφλώνει καθώς κοιτάς ψηλά. Καθόταν στην πλαγιά και τους χάζευε μέχρι ν’ αρχίσουν ν’ απομακρύνονται, τραβώντας ο καθένας σε άλλες κατευθύνσεις και μετά κατέβαζε τ΄ αμάξι και περίμενε.
Δεν την πείραζε η ατέλειωτη αναμονή, κοντά του έμαθε ν’ αγαπάει τη φύση, πρώτη φορά έμενε τόσες ώρες μόνη στο βουνό, χαμένη στις σκέψεις της, χωρίς να βαριέται, χωρίς να γκρινιάζει, μ’ ένα βιβλίο στο χέρι, τα walkman στ΄αυτιά και συχνά το βλέμμα να χάνεται στον ορίζοντα ψάχνοντας ψηλά για μια χρωματιστή κουκίδα που κινείται. Μέχρι ν’ ακούσει σήμα στο VHF ότι εκείνος είχε προσγειωθεί κάπου μακριά και να ξεκινήσει. Ούτε οι αποστάσεις την πείραζαν, γιατί κάθε χιλιόμετρο που διένυε τον έφερνε πιο κοντά. Όταν τον έβρισκε, έφεγγε το πρόσωπό του απ’ τη χαρά, της έδινε ένα φιλί και μετά το πρώτο πράγμα που της έλεγε ήταν διάρκεια πτήσης, μέγιστο ύψος και απόσταση σε ευθεία. Στην επιστροφή της διηγούνταν με λεπτομέρειες το πρόσφατο ταξίδι του και χαιρόταν πολύ που το μοιραζόταν πρώτα μαζί της γιατί τον καταλάβαινε.
Θυμάται μια φορά που είχε προσγειωθεί σ’ ένα χωράφι με σιτάρι. Ήταν κατακαλόκαιρο με ντάλα ήλιο και του πήγε μπύρες να ξεδιψάσει. Οδηγούσε αρκετή ώρα μέχρι να τον βρει. Ήταν μούσκεμα στον ιδρώτα κι οι δυο. Φιλήθηκαν και κόλησαν ο ένας πάνω στον άλλον. Θυμάται την αρμύρα των χειλιών του καθώς την ξάπλωσε ανάμεσα στα σπαρτά και της έκανε έρωτα κάτω από τον καυτό ήλιο που την τύφλωνε και την αφόρητη ζέστη που της έκαιγε το δέρμα. Όταν είχαν αποκάμει πια κι οι δυο, πήραν αμίλητοι μα χαμογελαστοί το δρόμο της επιστροφής.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
4 σχόλια:
προς το παρών,
δεν είναι 'χαμηλές' πτήσεις...
μάλλον,
πολύ ψηλά πετάτε...
καληνύχτα...
1ον) Βαλε ενα σημαδι "ακαταλληλο για ανηλικους"... Υπαρχουν και παιδακια :Ρ
2ον) Σταματα το κοψιμο κυριε σκηνοθετα και δωσε μας την ιστορια ολοκληρη σε ενα επεισοδιο
3ον) Τα δοντακια πως πανε;
ωραία ζωή.Στη μέση κομμένη.που ειναι αυτος άραγε τώρα ε?
Γιώργο, χαμηλές ήταν , όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων.
Νικόλα, τα δοντάκια πέρασαν, τώρα άρχισαν οι ιώσεις :-(
candy, πετάει ακόμα αυτός στα παλιά λημέρια. Όπως το είπες, ζωή κομμένη στα δυο. Ήταν όμορφο όσο κράτησε όμως.
Δημοσίευση σχολίου